Skip to content

February 22, 2012

“Όπου ήσουν ήμουνα…” ή περί Παιδείας ο λόγος

finish_lessonsΈνα ακόμη βιβλίο έχει σειρά σήμερα για παρουσία στο blog: το βιβλίο του Pasi Sahlbergs  ”Finnish lessons. What can the world learn from educational change in Finland?”. Αντί να σας το παρουσιάσω έχω μεταφράσει ένα άρθο του σουηδού καθηγητή Ιστορίας των Ιδεών  Sven-Eric Liedman στη “Dagens Nyheter” (το αντίστοιχο “Το Βήμα” της Σουηδίας). Το άρθρο υπάρχει ΕΔΩ.

Το μεταφράζω γιατί παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η σύγκριση της εξέλιξης των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στη Σουηδία και τη Φιλανδία αντίστοιχα με τις αντίστοιχες επιπτώσεις και τα αποτελέσματά τους. Επειδή δυστυχώς δεν είμαστε πλέον πρωτοπόροι στον τομέα της εκπαίδευσης καλό θα ήταν να αντλούμε γνώση με “ανοιχτό μυαλό” από  τις εμπειρίες, τις επιτυχίες και τα “παθήματα” των πρωτοπόρων γιατί βρισκόμαστε όπου αυτοί βρίσκονταν πριν καιρό : “..όπου ήσουν ήμουνα και όπου είμαι θα είσαι!”

Στη Φινλανδία η εκπαίδευση “γλύτωσε” από δραστικές μεταρρυθμίσεις και είναι ελεύθερη από τη “λογική της αγοράς”. Ο Sven-Eric Liedman διαβάζει ένα βιβλίο για το πετυχημένο εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας-και βλέπει το Φώς!

Το σχολείο στη Φινλανδία μου φαινόταν για καιρό ακατανόητο. Πώς μπορεί να είναι τόσο πετυχημένο?

Τώρα όμως έχω δει το …φώς! Έχω διαβάσει το μικρό βιβλίο του Pasi Sahlbergs  ”Finnish lessons. What can the world learn from educational change in Finland?”.  Είναι ένα βιβλίο που ανοίγει τα μάτια σε όποιον δεν γνωρίζει. Κάνει εμφανές γιατί η εξέλιξη στη Σουηδία (και στις ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία …) είναι τόσο θλιβερή στο χώρο της εκπαίδευσης [Σημ. μετ. για την Ελλάδα τι να πούμε!].

Ο Pasi Sahlberg έχει υπόβαθρο σαν καθηγητής μαθηματικών και φυσικής. Έχει όμως εργαστεί και με άλλα και όχι μόνο στον OECD. Έχει μεγάλη διεθνή εμπειρία.

Σε αντίθεση με το τίτλο του  (τον οποίο σίγουρα διάλεξε ο εκδότης), το βιβλίο του δεν είναι του είδους των “μεγάλων λόγων”.  Ένα μεγάλο μέρος του μάλιστα είναι αρκετά επιστημονικά “ξηρό” με πολλά διαγράμματα. Είναι αντικειμενικό, καλά τεκμηριωμένο και γι’ αυτό το λόγο είναι σίγουρα άξιο να το διαβάσει κάποιος.

Η Φινλανδία είναι σε πολλά μια τυπική καπιταλιστική κοινωνία η οποία μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης έχει προσπαθήσει πολύ να είναι μια υποδειγματική Ευρωπαϊκή χώρα. Η εκπαίδευση όμως ακολούθησε τον δικό της δρόμο. Μετά την εισαγωγή της υποχρεωτικής βασικής εκπαίδευσης το 1970 στη Φινλανδία αυτή είχε μια σχετικά ήρεμη και αρμονική εξέλιξη. Απεναντίας σε πολλές άλλες χώρες ανάμεσα στις οποίες και η Σουηδία η εκπαίδευση έχει γίνει αντικείμενο  δραματικών μεταρρυθμίσεων όπου η μία γινόταν ακριβώς πάνω στην άλλη σε ένα αλύπητο συνονθύλευμα “μπαλωμάτων”..

Η εκπαίδευση στη Φινλανδία έχει παραμείνει κρατική. Η “εξωτερική μορφή” παρέμεινε η ίδια παντού. Μέσα όμως σε αυτό το κρατικό πλαίσιο οι παραλλαγές είναι πολλές.

Πριν 20 χρόνια το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα ήταν και εκεί μέτριο [Σημ. μετ. σε αυτή τη κατάσταση είναι η Ελλάδα σήμερα]. Εκείνο τον καιρό είχε η Σουηδία καλύτερη θέση στην εκπαίδευση από τη Φινλανδία στις διεθνής συγκρίσεις.

Τί έγινε όμως μετά? Γιατί η Φινλανδία τα πήγε τόσο καλά και η Σουηδία τόσο άσχημα?

Δεν υπάρχει κανένα μεγάλο φινλανδικό μυστικό γι’ αυτό! Μέσα σε προκαθορισμένα πλαίσια δούλευαν στη Φινλανδία συστηματικά για να γίνουν καλύτεροι. Οι βασικοί συντελεστές σε αυτή τη διαδικασία ήταν οι εκπαιδευτικοί, οι διευθυντές και οι εκπαιδευτές των εκπαιδευτικών δηλαδή οι παιδαγωγοί επιστήμονες στο πανεπιστήμιο.

Στη Σουηδία ήρθε πρώτα η μεταρρύθμιση “των δήμων”, της υπαγωγής δηλαδή της εκπαίδευσης στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ο Göran Persson [πρώην πρωθυπουργός] σαν υπουργός παιδείας προώθησε τη μεταρρύθμιση αυτή με σιδερένια πυγμή!

Οι αντιρρήσεις και οι διαμαρτυρίες των εκπαιδευτικών δεν έπαιξαν κανένα ρόλο. Ο  Persson δήλωνε τότε ότι είχε συνειδητοποιήσει ότι αυτό θα μείωνε τη θέση (status) των εκπαιδευτικών στην κοινωνία αλλά όπως έλεγε “η εξέλιξη αυτή ήταν αναπόφευκτη”.

Και στη Φινλανδία και στη Σουηδία φώναζε ο “ιδιωτικός τομέας και οι επιχειρήσεις” ότι η εκπαίδευση πρέπει να αλλάξει. Δεν ήταν λογικό όλοι να έχουν την ίδια βασική εκπαίδευση. Η ισότητα δεν έπρεπε να μπει μπροστά από την ελευθερία επιλογής.

Οι επιχειρηματίες μπορούν να είναι καλοί στο να δημιουργούν ή να διοικούν επιχειρήσεις. Ειδικοί στην εκπαίδευση όμως δεν είναι. Συχνά μάλιστα μιλούν έχοντας απόλυτο σκοτάδι. Στη Φινλανδία οι προτάσεις τους δεν πέρασαν. Στη Σουηδία όμως ο Carl Bildt και η Beatrice Ask  [Σημ. μετ. συντηρητικός πρωθυπουργός και υπουργός Παιδείας αντίστοιχα] χειραγωγήθηκαν από αυτούς. Πάνω στην προηγούμενη μεταρρύθμιση “των δήμων” ήρθε και η μεταρρύθμιση των ελεύθερων (ιδιωτικών) σχολείων. Και αυτή η μεταρρύθμιση προωθήθηκε στη Σουηδία πιο δραστικά από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Έγινε εφικτό ακόμη και για τους επιχειρηματίες της εκπαίδευσης να βγάζουν και κέρδος από τα σχολεία [Σημ. μετ. έγιναν δηλαδή κερδοσκοπικοί εκπαιδευτικοί οργανισμοί].

Μετά από αυτό είχαμε μια χαοτική έκρηξη πολλαπλότητας από ιδιωτικά σχολεία τα οποία έκαναν οτιδήποτε για να τραβήξουν προς το μέρος τους μαθητές (marketing). Αυτό γινόταν ευκολότερο όμως στις πλούσιες περιοχές παρά στις φτωχές. Το σχολείο στη Σουηδία σήμερα δημιουργεί, συνεισφέρει και ενισχύει τις “ταξικές διαφορές”.

Στη Φινλανδία η λογική της αγοράς δεν έγινε ποτέ κυρίαρχη στην εκπαίδευση. Αντίθετα εκεί έδειξαν εμπιστοσύνη στον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών. Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού ανέβηκε σε θέση (status) εκεί τόσο όσο έπεσε στη Σουηδία. Η διαφορά φαίνεται καθαρά στο πόσο δελεαστική είναι η επαγγελματική καριέρα του εκπαιδευτικού για τους νέους ανθρώπους. Υπάρχουν πάρα πολλές αιτήσεις για τις θέσεις στα πανεπιστήμια που οδηγούν στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού και συχνά μόνο 1 από τους 10 καταφέρνει και  περνάει. Για το τί ισχύει στη Σουηδία δεν χρειάζεται να σας ενημερώσω [Σημ. μετ. το επάγγελμα του εκπαιδευτικού έχει υποβαθμιστεί και δεν το προτιμάει κανένας πλέον. Μένουν κενές θέσεις στα πανεπιστήμια].

Εάν μπορούμε να μιλήσουμε καν για ένα flumskola στη Σουηδία, αυτό είναι ένα “παιδί” της δεκαετίας του ’90. Αυτές οι δυνάμεις που τις τελευταίες δεκαετίες θέλησαν να σώσουν το Σουηδικό εκπαιδευτικό σύστημα από τη δραματική παρακμή έχουν βοηθήσει ακριβώς στο αντίθετο. Ο Jan Björklund συνέχισε την ανοιχτόμυαλη κριτική του για την κατάσταση των πραγμάτων όπως και ο  δημοσιογράφος του DN Hans Bergström από την αρχή της δεκαετίας του ’90.  Ο Bergström είχε σαν είδωλό του τη Lorraine Monroe. De hårda bandagen från en slumskola i New York skulle rädda Sverige. Björklund gjorde också ordningsfrågor till sina. Kepsarna skulle av, mobiltelefonerna bort.

Απευθυνότναν πάντα στην “κοινή λογική” αλλά όχι στην επιστημονική πραγματικότητα στην εκπαίδευση.

Η “κοινή λογική” λέει ότι οι τάξεις μόνο με καλούς μαθητές είναι οι καλύτερες– οι καλοί συναγωνίζονται μεταξύ τους και γίνονται ακόμη καλύτεροι. Η εμεπιρία όμως αποδεικνύει το αντίθετο. Σε μικτές τάξεις αδύνατων και καλών μαθητών και οι καλοί και οι αδύνατοι αποδίδουν καλύτερα.

Η “κοινή λογική” μας λέει ότι απαιτούνται εξετάσεις και βαθμολογίες  όσο πιο συχνά γίνεται. Η εμπειρία όμως μας λέει ότι η πληθώρα εξετάσεων και βαθμολογιών χειροτερεύει το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα. Οι εκπαιδευτικοί και οι δάσκαλοι δελεάζονται να ασχολούνται αποκλειστικά με την εξάσκηση για τις εξετάσεις. Η Γνώση περιορίζεται στην ικανότητα να απαντάς σε μια προαποφασισμένη και προβλέψιμη σειρά από ερωτήσεις.

Η “κοινή λογική” μας λέει ότι πρέπει να συγκεντρωθούμε σε μια σειρά από “χρήσιμα” και απαιτητικά μαθήματα όπως τα μαθηματικά και η γλώσσα. Η εμπειρία μας λέει όμως ακριβώς το αντίθετο: η ευρεία μάθηση είναι προϋπόθεση για την εμβάθυνση. Μαθήματα Τέχνης και πολιτισμού είναι πολύ σημαντικά για τη δημιουργικότητα.

Η “κοινή λογική” μας λέει ότι το αποτέλεσμα είναι καλύτερο όσο περισσότερες ώρες μάθημα γίνεται στο οποίο οι μαθητές θα είναι αναγκασμένοι να πάνε και οι καθηγητές θα είναι αναγκασμένοι να παρευρίσκονται στο σχολείο. Το Φιλανδικό αποτέλεσμα δείχνει ότι το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα είναι καλύτερο με λιγότερες ώρες στο σχολείο και για τους μαθητές και για τους καθηγητές.

Η “κοινή λογική” μας λέει ότι το κράτος και η δήμος πρέπει προσεκτικά να επιβλέπει τα σχολεία και το πως οι καθηγητές κάνουν τη δουλειά τους. Έχει εγκατασταθεί έτσι ένα πολύ ικανό σύστημα ελέγχου με κύρια αιχμή του τους επιθεωρητές. Παρόλα αυτά ο χρόνος των εκπαιδευτικών χάνεται στο να συμπληρώνουν μια σειρά από αναφορές και στο να πηγαίνουν σε μια σειρά από συναντήσεις (meetings). Μια σειρά από φαινομενικά “ακριβή” αποτελέσματα μετρήσεων θα μας πούνε το πόσο καλό είναι ένα σχολείο?…

Ενώ το σουηδικό σχολείο προσφέρει μια εξωτερική πολλαπλότητα την οποία διάφοροι κρατικοί ποιοτικοί έλεγχοι προσπαθούν να ομογενοποιήσουν ,το Φινλανδικό σχολείο προσφέρει μια πολλαπλότητα από εκπαιδευτικά “πειράματα” μέσα όμως σε ένα ενιαίο κρατικό εξωτερικό πλαίσιο.

Μετά τη μεταρρύθμιση “των δήμων” στην εκπαίδευση οι εκπαιδευτικοί βρέθηκαν στο περιθώριο. Έγιναν αντικείμενο για μια σειρά από μέτρα, τα οποία υλοποιούνταν από πολιτικούς και διοικητικούς και τα οποία επικροτούνταν από μια κοινή γνώμη που άφησε τον εαυτό της να παρασυρθεί από επιχειρήματα “κοινής λογικής”.

Πιο πολύ στην “άκρη” μπήκανε και οι εκπαιδευτές των εκπαιδευτικών δηλαδή οι επιστήμονες πανεπιστημιακοί των παιδαγωγικών τμημάτων. Ο υπουργός Παιδείας έτρεφε μια “απέχθεια” προς τους παιδαγωγικούς επιστήμονες. Και ναι, σαφώς υπάρχουν καλοί τέτοιοι επιστήμονες όπως υπάρχουν και κακοί…όπως ακριβώς υπάρχουν καλοί και κακοί πυρηνικοί φυσικοί ή καλοί και κακοί ερευνητές του ανθρώπινου εγκεφάλου. Πώς όμως θα λειτουργήσει η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αν “a priori” δεν υπάρχει εμπιστοσύνη προς τους εκπαιδευτές τους?

Σε ένα μόνο σημείο συμφωνώ με τον τωρινό υπουργό Παιδείας. Η Εκπαίδευση πρέπει πάλι να κρατικοποιηθεί. Οι λόγοι μου βέβαια είναι διαφορετικοί από τους λόγους εκείνου.  Τα ελεύθερα ιδιωτικά σχολεία που έχουν το δικό τους παιδαγωγικό πρόγραμμα θα πρέπει να τα ανεχτούμε. Αλλά πρέπει να μπει ένα τέλος σε όλες τις ευκαιρίες να βγάζουμε κέρδος από τους φόρους του κράτους.

Η εκπαίδευση πρέπει όπως και στη Φινλανδία να αφεθεί ελεύθερη μέσα όμως σε ένα σταθερό κρατικό πλαίσιο.

Ο δρόμος προς τα εκεί όμως είναι μακρύς. Προς το παρόν θα πρέπει να εμπιστευτούμε ότι τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί τολμούν να δημιουργήσουν μια μετριοπαθή “κοινωνική ανυπακοή”. Ναι, μια τέτοια υπάρχει ήδη σποραδικά! Μια διευθύντρια ενός γυμνασίου μου έγραφε πρόσφατα σε ένα email ότι επικροτεί την “ανυπακοή αλλά και τον επαγγελματισμό” στη δουλειά της. Ένας διευθυντής στο Norrköping, ο Thomas Stenberg, πάει ακόμη πιο πέρα. Σαν διευθυντής του  Borgsmoskolan το οποίο έχει μαθητές στις τάξεις από εβδόμη έως δεκάτη έχει μειώσει δραστικά τον αριθμό συναντήσεων των εκπαιδευτικών (meetings), όπως και τον αριθμό αναφορών που πρέπει να συμπληρώνουν και επιπλέον δεν τους εξαναγκάζει να κάθονται ένα προκαθορισμένο αριθμό ωρών στο σχολείο. Το σημαντικότερο είναι να βάλουν την “ψυχή” τους στη διδασκαλία. Οι μαθητές αντιμετωπίζονται με ενθάρρυνση και εμπιστοσύνη.

Ο Thomas Stenberg έχει με το μέρος του τόσο τους δασκάλους όσο και τους μαθητές  στις προσπάθειές του και το αποτέλεσμα μόνο σε λίγα χρόνια έχει γίνει πολύ καλύτερο, παρόλο που το σχολείο του ήταν ένα “προβληματικό” σχολείο με πολλούς “καινούργιους σουηδούς” (μετανάστες) σε μια φτωχή περιοχή.

Ας ελπίσουμε ότι αυτός και οι όμοιοί του κάποια στιγμή ελεύθεροι θα μπορέσουν να αναπτύξουν τον επαγγελματισμό τους σε ένα δίκτυο σουηδικών σχολείων όπου η δραστηριότητά τους θα βασίζεται εξίσου στην εμπειρία αλλά και στη διάθεση για “πειραματισμό”!

Η επιτυχία της Φιλανδίας πρέπει να γίνει και δική μας.

Μετά την εισαγωγή της υποχρεωτικής βασικής εκπαίδευσης το 1970 στη Φινλανδία αυτή είχε μια ήρεμη ανάπτυξη. Οι διευθυντές, οι εκπαιδευτικοί και οι παιδαγωγοί επιστήμονες (εκπαιδευτές των εκπαιδευτών) ήτανε οι βασικότεροι παράγοντες στη συνεχή δουλειά για να γίνεται η εκπαίδευση καλύτερη!

 

Comments are closed.